Η μοναδική Ελληνίδα στο Belem: Το αξέχαστο ταξίδι της Αναστασίας Σκιαδά με την Ολυμπιακή Φλόγα

Ανάμεσα σε δεκαπέντε νέους από όλη τη Γαλλία, μια μόνο Ελληνίδα επιλέχθηκε για να συμμετάσχει σε ένα από τα πιο συμβολικά ταξίδια των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού 2024. Η Αναστασία Σκιαδά βρέθηκε στο ιστορικό ιστιοφόρο Belem, συνοδεύοντας την Ολυμπιακή Φλόγα από τον Πειραιά μέχρι τη Μασσαλία. Μέσα από την αφήγησή της, μας μεταφέρει εικόνες, συναισθήματα και στιγμές που κόβουν την ανάσα – από την αγωνία της επιλογής μέχρι τις μαγικές ανατολές πάνω στο κατάστρωμα. Ένα ταξίδι που την άλλαξε και που εμείς έχουμε την ευκαιρία να ζήσουμε μέσα από τα δικά της λόγια.

Αναστασία, πες μας λίγα λόγια για σένα. Από πού κατάγεσαι και πού μεγάλωσες; Έχεις αδέρφια;
Ο πατέρας μου είναι από την Καλαμάτα και η μητέρα μου από τη Μήλο και τον Πειραιά. Μεγάλωσα στον Πειραιά, αλλά έχω ζήσει και μερικά χρόνια στη Γαλλία. Είμαστε 6 αδέρφια -ναι σωστά διάβασες, έξι- και είμαι η πέμπτη.
Τι έχεις σπουδάσει και με τι ασχολείσαι αυτή την περίοδο;
Σπούδασα Γαλλική Φιλολογία στο ΕΚΠΑ. Αυτή την περίοδο παραδίδω ιδιαίτερα μαθήματα γαλλικών.
Πώς προέκυψε η συμμετοχή σου στο πλήρωμα του Belem; Ήταν κάτι που επιδίωξες ή σε επέλεξαν με κάποια διαδικασία;
Δεν το επιδίωξα… Ο χορηγός μας, η Caisse d’Épargne –ένας από τους μεγαλύτερους τραπεζικούς οργανισμούς της Γαλλίας– δημιούργησε το πρόγραμμα «Jeunes Éclaireurs» με 15 νέους από διάφορα μέρη της Γαλλίας. Το βασικό τους κριτήριο ήταν ότι όλοι είχαν ξεπεράσει κάποιες δυσκολίες και είχαν επιδείξει δυναμισμό και ομαδικότητα. Το Γαλλικό Ινστιτούτο πρότεινε να προστεθεί ακόμη ένας νέος που να εκπροσωπεί την Ελλάδα, με την προϋπόθεση να γνωρίζει καλά τη γαλλική γλώσσα.
Μια γνωστή μου από το Γαλλικό Ινστιτούτο, αφού με ρώτησε αν με ενδιαφέρει να συμμετάσχω, με πρότεινε (και την ευχαριστώ απέραντα!). Λίγες μέρες αργότερα μου τηλεφώνησαν για κάποιες πληροφορίες και στη συνέχεια πέρασα από δύο διαδικτυακές συνεντεύξεις την ίδια μέρα. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα.
Θυμάσαι την αντίδρασή σου όταν έμαθες ότι θα είσαι η μοναδική Ελληνίδα στο ταξίδι της Ολυμπιακής Φλόγας;
Γύριζα αργά σπίτι όταν με πήρε τηλέφωνο η γνωστή μου και μου λέει: «Ετοίμασε βαλίτσες! Καλό ταξίδι, κούκλα μου». Δεν το πίστευα… Θα περνούσα το Πάσχα στη θάλασσα, μακριά από την οικογένειά μου. Έφτασα σπίτι και πήρα τηλέφωνο τα αδέλφια μου και τους είπα: «Με επέλεξαν για να συμμετάσχω στη μεταφορά της Ολυμπιακής Φλόγας από τον Πειραιά στη Μασσαλία με το ιστορικό τρικάταρτο ιστιοφόρο Belem». Όλοι είχαν μείνει άφωνοι – ούτε εγώ ήξερα ακριβώς τι με περίμενε. Με χιούμορ μού πρότειναν να πετάξω τη φλόγα στη θάλασσα για να μείνω στην ιστορία (δεν το τόλμησα φυσικά!).
Είχες χρόνο να προετοιμαστείς ή ήταν κάτι που έγινε πολύ γρήγορα; Υπήρχε κάποια ειδική εκπαίδευση πριν από το ταξίδι;
Όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Επιλέχθηκα τον Μάρτιο, δηλαδή ένα μήνα πριν το ταξίδι, χωρίς να έχω ιδέα τι με περιμένει, ενώ οι υπόλοιποι νέοι το γνώριζαν από τον Νοέμβριο. Το ταξίδι ξεκινούσε Σάββατο και την Τετάρτη πήγα στο λιμάνι του Πειραιά να γνωρίσω τους ανθρώπους στο Belem και εκεί ήρθε μία μικρή έκπληξη αφού έμαθα ότι έπρεπε να έχω ετοιμάσει ήδη τα πράγματά μου και το ίδιο βράδυ θα συναντούσα στο ξενοδοχείο τους υπόλοιπους νέους που έφταναν στην Ελλάδα. Μου είπαν: «Χαιρέτα την οικογένεια από σήμερα».
Όσο για την εκπαίδευση, οι υπόλοιποι είχαν κάνει 1-2 μέρες πρακτικής στο πλοίο πριν επιλεγούν. Στη δική μου περίπτωση, ίσως βοήθησε το γεγονός ότι το προηγούμενο καλοκαίρι είχα εργαστεί σε ιστιοφόρο στη Μήλο, την «Ανδρομέδα», οπότε είχα μια πρώτη επαφή.


Ήταν το πιο όμορφο πράγμα που έχω κάνει στη ζωή μου.
Πώς ήταν οι πρώτες σου στιγμές πάνω στο Belem; Πώς ένιωσες όταν μπήκες στο πλοίο και ξεκίνησε το ταξίδι;
Πωπω… αναπολώ τόσο πολύ. Δεν το πίστευα. Λίγο πριν ξεκινήσουμε, καλωσορίσαμε την Ολυμπιακή Φλόγα στο Belem. Ζήτησαν από εμένα και τον Γιασίν –που εκπροσωπούσε τη Μασσαλία– να την κρατήσουμε, ως σύμβολο του ταξιδιού από τον Πειραιά στη Μασσαλία. Χαιρετούσα από μακριά τη μητέρα και τη γιαγιά μου που είχαν έρθει να με δουν. Όταν ξεκινήσαμε, μας ακολουθούσαν ιστιοφόρα. Έχω ακόμα αυτές τις υπέροχες εικόνες στο μυαλό μου: μπλε και λευκό παντού. Ήμουν χαρούμενη, αν και ακόμη τότε δεν ήξερα τι με περίμενε.

Οι υπόλοιποι νέοι στο πρόγραμμα ήταν όλοι Γάλλοι. Πώς σε υποδέχτηκαν; Υπήρξε κάποιο εμπόδιο στην κουλτούρα ή δέσατε σαν ομάδα;
Ήταν όλοι πάρα πολύ φιλικοί και ευγενικοί. Η διαφορετική κουλτούρα μάλλον μας ένωσε ακόμα περισσότερο. Θέλησαν μόνοι τους να μάθουν κάποιες απλές ελληνικές λέξεις και μερικά βήματα χασαποσέρβικου! Δέσαμε πολύ γρήγορα – και βοήθησε φυσικά και το πλοίο, που απαιτεί ομαδικότητα για να λειτουργήσει: να ανοίξουμε πανιά, να στρίψουμε το μεγάλο τιμόνι… Πήρα πολλή αγάπη από όλους – και από τους νέους, και από το πλήρωμα.
Πώς ήταν η καθημερινότητα πάνω στο πλοίο; Υπήρχε κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα ή καθήκοντα που έπρεπε να αναλάβετε;
Υπήρχε, και μάλιστα ήταν η μεγαλύτερη έκπληξη! Μόλις ξεκίνησε το ταξίδι, μάθαμε ότι ήμασταν χωρισμένοι σε ομάδες. Ανάλογα με τη μέρα, κάποιοι βοηθούσαν στο στρώσιμο και το μάζεμα του τραπεζιού (πρωί, μεσημέρι, βράδυ), ενώ είχαμε και βάρδιες. Εκεί ήταν το πρώτο σοκ – ως λάτρης του ύπνου σκέφτηκα: «Πότε θα κοιμάμαι;».
Το πρόγραμμα ήταν:
- 7:00 πρωινό
- 8:00-9:00 καθαριότητα
- 9:00 ενημέρωση για τη μέρα
- 12:00 μεσημεριανό
- 20:00 βραδινό
- Βάρδιες: 00:00-04:00 ή 04:00-07:00
Όποτε έβρισκα κενό, έκανα και έναν υπνάκο…
Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή που βίωσες στο ταξίδι; Υπήρξε κάποια πρόκληση που δεν περίμενες;
Δύσκολη δεν θα το έλεγα… Είχαμε 2-3 μέρες με πολύ κύμα, αλλά ακόμα και αυτό είχε το ενδιαφέρον του. Μια από αυτές ένιωθα αδύναμη και κοιμόμουν όλη μέρα. Ακόμα κι όταν έβρεχε και φυσούσε, και τραβούσαμε τα σχοινιά για να σηκώσουμε πανιά, όλοι ήμασταν χαρούμενοι. Το πιο δύσκολο ήταν όταν φτάναμε στο τέλος… Η πρόκληση ήταν όλο το ταξίδι από μόνο του.



Κάθε μέρα έβλεπα ανατολές, ηλιοβασιλέματα, αστέρια. Τα απογεύματα, ένας ναύτης έπαιζε ακορντεόν και τραγουδούσε.
Αντίστοιχα, ποια ήταν η πιο μαγική στιγμή που έζησες σε αυτό το ταξίδι;
Δεν ξέρω από πού να αρχίσω… Μόνο που ξυπνούσα, ανέβαινα και έβλεπα τη θάλασσα… δεν ήθελα τίποτα άλλο. Περάσαμε από τον Ισθμό της Κορίνθου, φάγαμε μπροστά από το ηφαίστειο Στρόμπολι, είδαμε τα χιονισμένα βουνά της Κορσικής, ανεβήκαμε στο ψηλότερο κατάρτι… Επισκεφθήκαμε ακόμα και το πολεμικό πλοίο που μας συνόδευε.
Κάθε μέρα έβλεπα ανατολές, ηλιοβασιλέματα, αστέρια. Τα απογεύματα, ένας ναύτης έπαιζε ακορντεόν και τραγουδούσε. Ένας τέλειος καιρός, ιστορικό πλοίο, ανοιχτά πανιά και ο ήλιος να βουτάει στη θάλασσα… Σε μια γωνίτσα, η Ολυμπιακή Φλόγα. Ένα όνειρο. Πολλές φορές σκεφτόμουν: «Τι ζω, Θεέ μου;». Δεν έχω ξανανιώσει τέτοια ευγνωμοσύνη.



Πώς ήταν η στιγμή που φτάσατε στη Μασσαλία; Υπήρχε κάποια τελετή υποδοχής;
Η στιγμή αυτή ήταν μαγική. Είχαμε ανοίξει όλα τα πανιά για να είναι το Belem εντυπωσιακό. Μια τεράστια παρέλαση από πλοία μάς υποδέχτηκε – πρώτη φορά έβλεπα τόσα πολλά πλοία τόσο κοντά. Μπαίνοντας στο λιμάνι, υπήρχε ένα πανό που έγραφε «Μασσαλία» στα ελληνικά. (Φυσικά όλοι με ρωτούσαν τι γράφει!) Το λιμάνι ήταν γεμάτο κόσμο: ορχήστρα, αεροπλάνα, βεγγαλικά – όλα τέλεια οργανωμένα. Το πιο μαγικό; Ένα ουράνιο τόξο, μόλις αράξαμε. Σαν να έκλεινε ο κύκλος με σύμβολο την ελπίδα.
Ένιωσες συναισθηματικά φορτισμένη όταν αποχωρίστηκες το πλήρωμα και το πλοίο;
Πάρα πολύ! Μου άρεσε πολύ η ζωή αυτές τις 12 μέρες. Δεθήκαμε όλοι… πολλά άτομα έκλαιγαν στο αντίο. Όσο ήμουν πάνω στο πλοίο, ένιωθα μόνο χαρά. Όταν έφυγα και γύρισα την πλάτη, άρχισα να κλαίω… Ακόμα με συγκινεί και μου λείπει πολύ.
Τι κρατάς από αυτή την εμπειρία; Υπάρχει κάτι που σε άλλαξε ως άνθρωπο; Έκανες γνωριμίες που πιστεύεις ότι θα κρατήσουν;
Για πρώτη φορά ένιωσα πώς είναι να μην έχεις άγχος. Κοιμόμουν όταν ήθελα, χωρίς σκέψεις να με βαραίνουν. Η ευγένεια όλων, το ότι νοιαζόμασταν ο ένας για τον άλλον, η καθημερινή επαφή με τη φύση, με έκαναν να σκέφτομαι: γιατί να μη ζούμε έτσι; Είναι τόσο δύσκολο; Σκέφτηκα σοβαρά να ψάξω δουλειά στη θάλασσα – το επεξεργάζομαι ακόμη…
Δυστυχώς δεν μιλάμε συχνά με τα παιδιά, αλλά μερικά άτομα θέλω πολύ να τα ξαναδώ αν δοθεί η ευκαιρία.
Αν είχες την ευκαιρία να κάνεις ένα ακόμα τέτοιο ταξίδι, θα το ξανάκανες;
Εννοείται!! Ήταν το πιο όμορφο πράγμα που έχω κάνει στη ζωή μου. Το Belem διοργανώνει παρόμοια ταξίδια στη Γαλλία – γίνεσαι κομμάτι του πληρώματος ενός ιστορικού πλοίου. Ξέρω πως τίποτα δεν θα είναι το ίδιο, αλλά θα το ξαναέκανα με μεγάλη χαρά!

Η Αναστασία δεν ήταν απλώς η μοναδική Ελληνίδα στο Belem – ήταν ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα σε δύο κουλτούρες, σε δύο λιμάνια, σε δύο κόσμους. Το ταξίδι της απέδειξε ότι η τόλμη, η γλώσσα της καρδιάς και η αγάπη για τη θάλασσα δεν έχουν σύνορα. Όταν η φλόγα σβήνει στο λιμάνι, η ανάμνηση μένει αναμμένη. Και η Αναστασία κουβαλά πια μέσα της μια φλόγα που δεν θα σβήσει ποτέ.
- Instagram: @aniask.02
- Photo Credits: V. Curutchet / Caisse d’Epargne